Σήμερα στο BEAUTY DAYS WITH A BOOK φιλοξενούμε τη συγγραφέα κ.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΖΟΛΕΑ και το βιβλίο της Η ΔΑΜΑΣΚΗΝΙΑ, που εκδόθηκε
από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΚΧΙΚΟΝ.
-Κα ΚΑΖΟΛΕΑ, πώς προέκυψε η συγγραφή θεατρικών διαλόγων και η
έκδοση του βιβλίου σας Η ΔΑΜΑΣΚΗΝΙΑ; Πείτε μας λίγα λόγια για το
βιβλίο σας και ποια είναι τα μηνύματα που θέλετε να περάσετε στους
αναγνώστες σας;
Στη θεατρική γραφή έφτασα μέσω των εργαστηρίων θεατρικής γραφής
του Θανάση Τριαρίδη. Μέχρι τότε έγραφα ποίηση και διηγήματα, το
2018 ξεκίνησα να γράφω θεατρικούς διαλόγους πάνω στη δομή μιας
ιστορίας. Η «Δαμασκηνιά», όμως, γράφτηκε κατά την φοίτησή μου στη
Σχολή Πυροδότησης Θεατρικής Γραφής του θεάτρου Πορεία, υπό την
συμβουλευτική εποπτεία του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη.
Το έργο διαδραματίζεται σε ένα παρακμιακό καφέ-μπαρ στην άκρη μιας
κωμόπολης. Ο ιδιοκτήτης του είναι ναυτικός και το έχει αφήσει να το
λειτουργεί η λαντζέρισσα, που κατοικεί μαζί με την έφηβη κόρη της, τη
Λορέτα, σε ένα δωμάτιο πίσω από το μπαρ. Ολημερίς χαρτοπαίζουν
εκεί τρεις άντρες, μόνιμοι θαμώνες, που παρακολουθούν τη Λορέτα να
μεγαλώνει και της αφηγούνται ιστορίες από τη ζωή τους. Ο ένας είναι
συνταξιούχος ναυτικός, ο άλλος νταλικιέρης κι ο τρίτος συνταξιούχος
σιδηροδρομικός.
Θέματα που πραγματεύεται το έργο είναι η αναζήτηση του πατέρα, η
αλήθεια και το ψέμα, η δυσκολία της σύνδεσης και η δυσκολία του
αποχωρισμού.
Προσπάθησα να διερευνήσω πώς κάποιοι άνθρωποι ξεπερνούν τα όρια.
Ποια αδιέξοδα κουβαλούν μέσα τους. Και αυτό έγινε επειδή με
απασχόλησε πολύ έντονα παλαιότεραένα συμβάν του αστυνομικού
δελτίου. Θέλησα να προσπαθήσω καταθέτοντας τη φωνή αυτών που
διαπράττουν κάτι τόσο ασυγχώρητο να μπω και να δω από μέσα τι
γίνεται. Πώς λειτουργεί η αποκαθήλωση μέσα σε συγκεκριμένους
ψυχισμούς.
Γιατί αποκαθηλώσεις βιώνουμε όλοι μας. Αλλά υπάρχουν χαρακτήρες
που αρνούνται να αποδεχτούν ότι κάποια φάση της ζωής τους μπορεί
να τελειώσει – ότι κάποιος άνθρωπος μπορεί να τους ξεπεράσει και να
θελήσει να απομακρυνθεί από αυτούς, ότι η ευτυχισμένη εποχή έφτασε
σε ένα τέλος. Για όλους τους ανθρώπους είναι δύσκολο, αλλά υπάρχουν
μερικοί που αντιδρούν πολύ άσχημα, πολύ καταστροφικά, που
τυφλώνονται και τα σπάνε όλα.
Στο πρώτο επίπεδο συμβαίνουν αυτά. Στο δεύτερο διακρίνουμε το
μοτίβο των μεγαλύτερων που ψαλιδίζουν τα φτερά των νεότερων,
επειδή έχουν στερέψει για τους ίδιους οι προοπτικές.
Και στο τρίτο επίπεδο, η Λορέτα ενσαρκώνει την ιδέα της νεότητας, της
ορμής και της χαράς της ζωής, που συχνά την πνίγουμε και την θάβουμε
μέσα μας. Κουβαλώντας στα έγκατα της ύπαρξής μας, επιθυμίες και
ιδέες που σάπισαν χωρίς να υλοποιηθούν, και μια εκδοχή προσωπικής
αθωότητας που δεν την αφήσαμε ποτέ να εκδηλωθεί και να ταξιδέψει
ανέμελα στον κόσμο.
- Τα κείμενα και οι διάλογοι μπορούν να μιλήσουν διαφορετικά σε
κάθε αναγνώστη που θα τα διαβάσει. Συμβαίνει το ίδιο όταν οι
διάλογοι μεταφέρονται στη θεατρική σκηνή;
Στη θεατρική σκηνή τα μηνύματα επηρεάζονται σημαντικά από τον
τρόπο που θα τα αισθανθούν και θα τα μεταφέρουν οι ηθοποιοί και ο
σκηνοθέτης.
Μου έχει τύχει,παρακολουθώντας κλασικά έργα,για πολλοστή φορά, να
αντλήσω νέα μηνύματα και να μου ανοίξουν διαφορετικά παράθυρα
λόγω της σκηνοθεσίας. Κάποια φορά μάλιστα, είχε συμβεί μέσα μου
μια απόλυτη ανατροπή και μια μεταφορά όλου του έργου σε άλλο
επίπεδο, αποκλειστικά από ένα τραγούδι που είχε εντάξει στο έργο ο
σκηνοθέτης, ως μουσική υπόκρουση. Αναρωτήθηκα πολύ έντονα γιατί
να επιλέξει το συγκεκριμένο ξένο τραγούδι. Αυτό και μόνο, οι στίχοι του
τραγουδιού, με έκαναν να μεταφέρω όλη την πλοκή, σε άλλη διάσταση,
να σκεφτώ δηλαδή ότι η ιστορία μπορεί να μην διαδραματίζεται καν σε
ρεαλιστικό χώρο και χρόνο, με υπαρκτά πρόσωπα, αλλά να είναι μόνο
μια μάχη του ήρωα, που γίνεται μες στο μυαλό του, με μια ιδέα που τον
έχει κυριεύσει.
Είναι ανεξάντλητο το πεδίο των συνειρμών και των συνδέσεων που
μπορεί να γεννηθούν στον κάθε θεατή ξεχωριστά, και αυτό έχει μεγάλο
ενδιαφέρον. Μπορεί να το διευρύνει το έργο η οπτική γωνία του
σκηνοθέτη και η ερμηνευτική διάσταση του κάθε ηθοποιού. Αλλά
μπορεί και να το στενέψει.
-Πώς επιλέξατε αυτόν τον τίτλο για αυτή την ιστορία;
Επέλεξα τον τίτλο γιατί είδα τα κομμένα κλαδιά ενός δέντρου, πάνω στο
πεζοδρόμιο μιας λεωφόρου. Ήταν μπροστά σε ένα νοσοκομείο της
πρωτεύουσας και ήταν πολύ κόκκινα στη διατομή τους. Σκέφτηκα πως
έμοιαζε σαν να υπήρχε αίμα στην εσωτερική κυκλοφορία του δέντρου.
Έψαξα κι έμαθα ότι αυτό μπορεί να συμβεί στον προύνο, στη
δαμασκηνιά.
-Σκεφτήκατε μήπως τον αλλάξετε μετά την έκδοση του βιβλίου σας;
Όχι.
-Μιλήστε μας για τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις Βακχικόν.
Είμαι πολύ ευχαριστημένη από τη συνεργασία αυτή, γιατί γίνεται
σωστή προβολή του βιβλίου, και υπάρχει συνέπεια, σεβασμός και
εμπιστοσύνη σε όσα έχουν συμφωνηθεί.
-Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια για σας, για να σας γνωρίσουμε
καλύτερα;
Δεν είναι εύκολη η έκθεση του εαυτού. Αλλά θα σας πω. Θα μου άρεσε
πολύ να ζούσα στο Μπουένος Άιρες. Αγαπώ το τάνγκο, αλλά κυρίως με
συναρπάζει ο τρόπος που πέφτουν οι ακτίνες του ήλιου στο νότιο
ημισφαίριο. Εκεί, οι σκιές του μεσημεριού και του απογεύματος έχουν
κάτι το μεταφυσικό, κάτι που με έκανε να αισθάνομαι ότι μπορεί να μην
υπάρχω στην πραγματικότητα, αλλά να είμαι ένα φάντασμα του εαυτού
μου.
Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα αίσθηση, για έναν συγγραφέα. Μου
αρέσει η βαθειά νύχτα, το απόλυτο σκοτάδι, λίγο πριν το ξημέρωμα,
γιατί τέτοια ώρα γεννήθηκα. Χαίρομαι όταν βλέπω τους αστερισμούς,
ειδικά η ζώνη του Ωρίωνα με κάνει πολύ ευτυχισμένη, τα δυό
γαλαζοπράσινα αστέρια του Σείριου, η Κασσιόπη, ο κόκκινος Άρης, οι
Δίδυμοι Κάστωρ και Πολυδεύκης, βρίσκω την έκσταση στον έναστρο
ουρανό.
Αγαπώ και τις πόλεις, όταν ησυχάζουν από τη βουή του κόσμου. Μου
αρέσει οι άνθρωποι να κοιμούνται, κι εγώ να ακούω τα κτίσματα, τους
δρόμους, τα παγκάκια να μου μιλούν για αυτούς.
-Τι βιβλία διαβάζετε συνήθως; Πείτε μου ένα βιβλίο που διαβάσατε
τελευταία.
Με συναρπάζει η λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία. Πολύ σημαντικός για
μένα υπήρξε ο Μπόρχες, που μου τον γνώρισε ένας φίλος πριν είκοσι
χρόνια. Είχε μια αγγλική μετάφραση και την διαβάζαμε μαζί μέσα στο
τρένο σε διαδρομές στην Ισπανία. Όποια λέξη δεν ήξερα μου την
μετέφραζε εκείνος, σαν ζωντανό λεξικό, γιατί είχε ζήσει πολλά χρόνια
στην Αμερική. Επανέρχομαι συχνά και ξαναδιαβάζω Μπόρχες. Όσα μου
αρέσουν τα διαβάζω πάρα πολλές φορές.
Ένα εξαιρετικό βιβλίο που διάβασα πρόσφατα είναι «Οι ξένες» της
Όλγας Κοζάκου-Τσιάρα. Αλλά επειδή συνηθίζω να διαβάζω
περισσότερα βιβλία παράλληλα,αν και με πολύ αργό ρυθμό, θα
αναφέρω πως αυτή την εποχή διαβάζω και «Τα επιπόλαια της
καθημερινότητας» του Ανδρέα Γαλανάκη, το «Ο τελευταίος άνθρωπος»
του Τόλη Χατζηγνατίου και το «Μαγικό βουνό» του Τόμας Μαν.
-Γνωρίζω ότι εκτός από το βιβλίο που κρατάω τώρα στα χέρια μου,
γράψατε άλλα 8 θεατρικά έργα,ποιητικές συλλογές και πολλά άρθρα
που αφορούν τον χώρο των τεχνών. Τι καινούργιο ετοιμάζετε, πείτε
μας για τα μελλοντικά σας σχέδια.
Με παιδεύει λιγάκι ένα σύντομο μυθιστόρημα που έχω γράψει, αλλά
χρειάζεται μια μετατροπή, πιθανόν ένα αναποδογύρισμα.
Θα ήθελα να μας πείτε πού και πώς μπορούμε να βρούμε εσάς και το
βιβλίο σας.
Το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε στο βιβλιοπωλείο των εκδόσεων
Βακχικόν, Πατησίων 14, στη Στοά Φέξη, αλλά και στα περισσότερα
βιβλιοπωλεία, που εάν δεν το έχουν θα το παραγγείλουν από τις
εκδόσεις και θα το φέρουν.
Όσον αφορά εμένα, δεν συχνάζω ούτε σύχναζα ποτέ σε καφέ και
λογοτεχνικά στέκια, χρειάζομαι εσωστρέφεια για να γράφω.
-Τελειώνοντας θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την συνέντευξη και
να σας ζητήσω να μας αφιερώσετε μερικές αράδες που θεωρείτε ως
το πιο δυνατό σημείο στο βιβλίο σας Η ΔΑΜΑΣΚΗΝΙΑ.
Εγώ σας ευχαριστώ για τις ωραίες ερωτήσεις.
Θα σας αφιερώσω τη σπεράντζα:
ΛΕΑΝΔΡΟΣ: Το είπε ένας υποπλοίαρχος που διάβαζε και ήξερε πολλά:
Τα καράβια έχουν μια άγκυρα εφεδρική, που λέγεται σπεράντζα.
Μεγάλη και βαριά. Την λένε και «ιερή άγκυρα». Είναι η τελευταία, που
μένει στο πλοίο. Για τη σωτηρία του, όταν μείνει έρμαιο των κυμάτων κι
όταν όλες οι άλλες άγκυρες έχουν κοπεί. Τότε, αγωνιζόμενο να
κρατηθεί, ποντίζει τη σπεράντζα. Σπεράντζα στα ιταλικά θα πει ελπίδα.
Επομένως, στη γλώσσα των ναυτικών, η ελπίδα είναι μια άγκυρα.
ΣΕΡΓΙΟΣ: Έτσι είναι, Λέανδρε! Από μια ηλικία και πέρα όλοι ψάχνουν
άγκυρα.
ΑΛΦΡΕΝΤΟ: Στη ζωή είναι αλλιώς. Αν δεν έχεις καλλιεργήσει
εγκαίρως την κατάσταση και τις συνθήκες, δεν έχεις πουθενά να ρίξεις
σπεράντζα.
Κατερίνα Καζολέα
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΚΧΙΚΟΝ
Περνώντας μέσα από το μπαρ χαρτοπαιξίας και κρασοκατάνυξης, επιστρέφει από το σχολείο η Λορέτα, η κόρη της λαντζέρισσας, που μένουν μαζί στο πίσω δωμάτιο. Οι τρεις συνταξιούχοι, μόνιμοι θαμώνες (ένας ναυτικός, ένας σιδηροδρομικός και ένας νταλικέρης), παρακολουθούν το χαριτωμένο κορίτσι καθώς μεγαλώνει. Προσπαθούν με τις ιστορίες τους να την εντυπωσιάζουν. Η Λορέτα μεγαλώνει χωρίς πατέρα και κατά κάποιον τρόπο οι τρεις τους αναπληρώνουν το κενό της πατρικής παρουσίας. Της διηγούνται περιστατικά από τη ζωή και τα ταξίδια τους σε μια ωραιοποιημένη εκδοχή. Μεταξύ τους γνωρίζουν ότι η πραγματικότητα ήταν πολύ πιο σκληρή. Όταν κάποια στιγμή μαθαίνουν πως η κοπέλα ετοιμάζεται να φύγει για σπουδές στην πόλη, κάνουν τα πάντα για να την αποτρέψουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλιά σας!