ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ κ. ΓΡΗΓΟΡΗ ΝΑΚΟ και το βιβλίο του ΦΥΓΕ ΜΑΚΡΙΑ από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΗ

Καλημέρα σας, σήμερα στο BEAUTY DAYS WITH A BOOK φιλοξενούμε το
συγγραφέα κ. ΓΡΗΓΟΡΗ ΝΑΚΟ με το βιβλίο του ΦΥΓΕ ΜΑΚΡΙΑ  από τις
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΗ



Κε ΝΑΚΟ, ευχαριστούμε που δεχτήκατε να μιλήσουμε, για να γνωρίσουμε εσάς και
το βιβλίο σας.

Συστήστε μας με λίγα λόγια το βιβλίο σας. Τι ιδιαίτερο θα διαβάσουμε
σ’ αυτό; Αν ήσασταν ένας απλός αναγνώστης του, ποια θα θεωρούσατε
ότι είναι τα δυνατά του στοιχεία;

Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω γι’ αυτή τη συνέντευξη. Είναι
μεγάλη μου τιμή και το εκτιμώ ιδιαιτέρως!
Με δυο λόγια, το πρώτο μου μυθιστόρημα με τίτλο «Φύγε μακριά» είναι
ένα βιβλίο για την ελπίδα και την πίστη σ’ ένα καλύτερο αύριο. Η ιστορία
ακολουθεί την πορεία τριών γενεών μιας σουηδικής οικογένειας, τα μέλη της
οποίας σημαδεύονται, άμεσα ή έμμεσα, με τρόπο καθοριστικό από τον Δεύτερο
Παγκόσμιο Πόλεμο. Ουσιαστικά, πρόκειται, κατά κάποιο τρόπο, για τη
χαρτογράφηση της ανθρώπινης ψυχής και το πώς οι επιλογές μας κι οι συγκυρίες
στη ζωή μας μπορούν να αλλάξουν την πορεία μας άρδην. Το βασικότερο
μήνυμα είναι ότι, παρ’ όλες τις κακοτοπιές και τις αναποδιές, πάντα υπάρχει
χώρος για την ελπίδα κι είναι στο χέρι μας να σταθούμε κυρίαρχοι της ζωής μας,
όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό κι όση ψυχική ταλαιπωρία κι αν μας κοστίσει. Κι
ακόμα κι αν όλα φαίνονται προδιαγεγραμμένα, στην πραγματικότητα δεν είναι
καθόλου έτσι κι επαφίεται σ’ εμάς τους ίδιους να σπάσουμε τα δεσμά μας και να
προχωρήσουμε μπροστά με το κεφάλι ψηλά.
Το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας είναι πολύ ενδιαφέρον, διότι σε
όλους λέω ότι έγραψα αυτό το βιβλίο όπως θα ήθελα να το διαβάσω. Αυτό
σημαίνει ότι η αφήγηση δεν είναι γραμμική, αλλά το παρελθόν και το παρόν
εναλλάσσονται, ώσπου στην πορεία τα γεγονότα κουμπώνουν. Αν μου
επιτρέπεται να μιλήσω ο ίδιος για ένα δυνατό σημείο του βιβλίου, θα έλεγα ότι
αυτό είναι η περιγραφή του συναισθηματικού και ψυχικού κόσμου των ηρώων,
το πόσο μπορεί ο αναγνώστης να συμπάσχει μαζί τους και να έρθει αβίαστα στη
θέση τους, συναισθανόμενος κάθε πόνο, κάθε χαρά και λύπη τους, σαν να είναι
δικοί του άνθρωποι. Αυτό ακριβώς θεωρώ ότι είναι και το μεγαλείο της
λογοτεχνίας.


Πείτε μας πώς σας ήρθε η έμπνευση για αυτή την ιστορία; Ποιος είναι
ο δικός σας τρόπος να εμπνέεστε;

Είναι αρκετά κωμικό το γεγονός ότι στην αρχή δεν είχα σκεφτεί σχεδόν
τίποτε από όσα διαδραματίζονται στο βιβλίο. Θυμάμαι πως ένα καλοκαιρινό
βράδυ του 2017, μου ήρθε στο μυαλό η εισαγωγή. Μάλιστα, δεν άλλαξα το
παραμικρό σ’ αυτήν, παρέμεινε ακριβώς όπως την έγραψα, όπως και το πρώτο
κεφάλαιο του βιβλίου. Εκείνη την περίοδο διάβαζα αστυνομική λογοτεχνία και οι
ιστορίες διαδραματίζονταν στη Σκανδιναβία. Εξ ου και το ότι οι ήρωες είναι
Σουηδοί. Υποθέτω πως το όλο ζήτημα των επιλογών μας στη ζωή και των
συνεπειών που αυτές επιφέρουν τόσο για μας τους ίδιους όσο και για τους
κοντινούς μας ανθρώπους, αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα της ιστορίας. Γύρω απ’
αυτόν άρχισε να ξετυλίγεται σιγά σιγά η αφήγηση, που όσο προχωρούσε, τόσο
άρχιζε να αποκτά δική της ζωή. Πραγματικά, όσο έγραφα τόσο μου έρχονταν
πράγματα που καθόλου δεν είχα σκεφτεί, αλλά έδεναν με πολύ όμορφο τρόπο,
όπως για παράδειγμα μια ανατροπή ή ένα ενδιαφέρον περιστατικό.
Όσον αφορά την έμπνευσή μου, αυτή έρχεται από παντού. Οτιδήποτε
διαβάζουμε, βλέπουμε, ακούμε, αισθανόμαστε ή βιώνουμε, αποτελεί πηγή
έμπνευσης. Το θέμα για εμένα προσωπικά είναι να πάρω την απόφαση και να
καθίσω να γράψω. Μόλις το κάνω αυτό, συνεχίζω την ιστορία από κει που την
άφησα, οδηγούμενος από τη φαντασία μου. Έτσι, καταλήγω σε μονοπάτια που
δεν είχα καν φανταστεί κι η ιστορία προχωρά ολοένα, ώσπου στο τέλος
καταλήγει να γίνει ολόκληρο βιβλίο. Αν έχεις στην ψυχή σου κάτι που θέλεις να
μοιραστείς, τότε σιγά σιγά όλα τα κομμάτια κουμπώνουν μεταξύ τους κι όλο
αυτό βγαίνει σε καλό.

Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να αποκομίσει ο αναγνώστης σας;

Αυτό, φυσικά, επαφίεται στο τι νιώθει ο καθένας διαβάζοντας το
οποιοδήποτε βιβλίο και το κατά πόσο προβληματίζεται για τα όποια ζητήματα
θίγονται σ’ αυτό. Τώρα, για το συγκεκριμένο βιβλίο, θα έλεγα ότι αυτό που
περισσότερο θα μπορούσε να μείνει σε κάποιον είναι, όπως προείπα, η ελπίδα για
το αύριο και η πίστη ότι μπορούμε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια που είτε εμείς οι
ίδιοι βάλαμε στον εαυτό μας είτε άλλοι έφεραν μπροστά μας, χωρίς να μας
λάβουν υπόψη τους. Αυτό είναι και το ανθρώπινο μεγαλείο, κατά τη γνώμη μου.
Αυτό είναι, για παράδειγμα, το νόημα της τέχνης, του έρωτα, ακόμα και της
τεχνολογίας. Η αγάπη για τη ζωή και η πίστη ότι το αύριο μπορεί να γίνει
καλύτερο αν πιστέψουμε στον εαυτό μας και δουλέψουμε σκληρά γι’ αυτό. Οι
ήρωες του βιβλίου άλλοτε το πετυχαίνουν και άλλοτε αποτυγχάνουν παταγωδώς,
ακριβώς όπως συμβαίνει και στη ζωή του καθενός. Το θέμα είναι προς τα πού
γέρνει η ζυγαριά. Κι αν γέρνει προς το σκοτάδι, στο χέρι μας είναι να επέμβουμε
και να την γείρουμε προς το φως. Ποτέ δεν πρέπει να το βάζουμε κάτω, όσο κι αν
απογοητευόμαστε. Αν τα παρατήσουμε, είμαστε χαμένοι από χέρι.

Πώς αποφασίσατε τον τίτλο του βιβλίου, υπήρξε κάποιος άλλος που
απορρίφθηκε;

Η αλήθεια είναι ότι ο τίτλος με παίδεψε αρκετά, ήδη από τότε που
κατάλαβα ότι αυτό που έγραφα μπορούσε να λάβει την έκταση ενός βιβλίου.
Μπορώ να πω πως κάθε τίτλος που σκεφτόμουν μου φαινόταν αταίριαστος.
Σίγουρα δεν απέδιδε όλα αυτά που θέλει να περάσει η ιστορία και την αδικούσε.
Ώσπου μια μέρα, λίγο πριν πάρω την απόφαση να το στείλω σε εκδοτικούς
οίκους, σκέφτηκα να δώσω έναν τίτλο σε προστακτική. Διάβαζα ένα βιβλίο που
είχε ανάλογο τίτλο και μου άρεσε πολύ ο δυναμισμός του. Πέραν τούτου, είναι
σαν να απευθύνεται το βιβλίο στον αναγνώστη, σαν να του μιλά ευθέως κι αυτό
μου αρέσει πολύ ως ιδέα. Έτσι, προέκυψε το «Φύγε μακριά», το οποίο, αν
διαβάσετε το βιβλίο, θα καταλάβετε ότι σχετίζεται με όλους τους ήρωες και
αποδίδει πολλά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του καθενός. Αυτός ήταν ο
μοναδικός που μου φάνηκε ταιριαστός και πράγματι έτσι παρέμεινε, μιας και ο
εκδοτικός οίκος δεν θεώρησε ότι έπρεπε να αλλάξει.

Μιλήστε μας για τη συνεργασία σας με τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΗ.

Οι εκδόσεις «Πνοή» για μένα είναι ο Δημήτρης Καραναστάσης και η
Κάκια Ξύδη, χωρίς να θέλω φυσικά να παραγκωνίσω κανέναν άλλον. Απλώς,
γνωρίζω μόνο τους δυο τους προσωπικά. Πρόκειται για δύο ανθρώπους που
αγαπούν και σέβονται το βιβλίο και ταιριάζουμε πολύ ως προς αυτό. Είναι
φανερό ότι τους αρέσει η δουλειά τους και, αν έχω καταλάβει καλά, δεν
πρόκειται απλώς και μόνο για δουλειά, αλλά για κομμάτι της ψυχής τους.
Ο Δημήτρης ήταν ο πρώτος που επικοινώνησε μαζί μου, εκφράζοντας
ενδιαφέρον για το βιβλίο και λέγοντας πολύ επαινετικά και υποστηρικτικά λόγια.
Επικοινώνησε, μάλιστα, τηλεφωνικώς κι όχι με email, πράγμα που εκτίμησα
πολύ. Υπήρξε έτσι αμεσότητα από την πρώτη στιγμή, πράγμα που δηλώνει πολλά
για τη μετέπειτα συνεργασία. Ακόμα θυμάμαι το πόσο πλατιά χαμογελούσα,
αφού κλείσαμε το τηλέφωνο, έχοντας μόλις μιλήσει μ’ έναν άνθρωπο από τον
χώρο των εκδόσεων, που πίστεψε σε μένα και σ’ αυτά που έχω να πω. Με
ενθάρρυνε πολύ και του χρωστάω πολλά γι’ αυτό.

Αφού αποφάσισα να συνεργαστώ μαζί τους, άρχισε η διαδικασία της
επιμέλειας του βιβλίου. Θέλω να τονίσω ότι η συνεργασία μας καθ’ όλη τη
διάρκεια, υπήρξε άψογη. Οι παρατηρήσεις τους ήταν καίριες και σεβάστηκαν στο
έπακρο τόσο το κείμενο όσο κι εμένα τον ίδιο ως συγγραφέα.
Στο κομμάτι της μετέπειτα πορείας και προώθησης του βιβλίου, η κυρία
Κάκια υπήρξε πολύτιμη συνεργάτης, συμβουλεύοντάς με και φροντίζοντας τα
πάντα. Κανόνισε ό,τι χρειαζόταν και με συνέδραμε σε όλα, τόσο στην
βιβλιοπαρουσίαση της Αθήνας όσο και σ’ αυτήν της Κομοτηνής. Γενικά, έχω να
πω μόνο τα καλύτερα για τις εκδόσεις «Πνοή», το δυνατότερο σημείο των
οποίων είναι το ανθρώπινο δυναμικό τους. Κι οπωσδήποτε είναι ένας εκδοτικός
οίκος που σέβεται τους δημιουργούς και έχει διάθεση να συνδράμει κάποιον
πρωτοεμφανιζόμενο.

Πώς νιώθετε τώρα που εκδόθηκε το πρώτο σας μυθιστόρημα και τι θα
συμβουλεύατε σ’ ένα νέο συγγραφέα που θέλει να εκδώσει το πρώτο
του βιβλίο αλλά το «σκέφτεται»;

Το να εκδίδεται ένα βιβλίο σου, είναι σαν να παίρνεις την ψυχή σου, να
την αποτυπώνεις στο χαρτί και να την μοιράζεσαι με ανθρώπους εντελώς
άγνωστους. Τουλάχιστον εγώ έτσι το βλέπω. Γιατί, όταν γράφεις, πέρα από την
αποτύπωση των κάθε είδους σκέψεων και απόψεων, βάζεις μεράκι και την ίδια
σου την ψυχή στο έργο σου. Αυτό βέβαια, συμβαίνει με κάθε μορφή τέχνης,
απλώς το βιβλίο το κρατάς στα χέρια σου κι είναι σαν να συνομιλείς νοερά με
τον συγγραφέα. Σαν να σε πιάνει από το χέρι, να σε καθίζει απέναντί του και να
αρχίζει να σου ιστορεί πράγματα, που μπορεί να μην συνέβησαν ποτέ
πραγματικά, παρά μόνο μέσα στο κεφάλι του, αλλά πολλές φορές ξεπερνούν και
την πραγματικότητα ακόμα. Το συναίσθημα, λοιπόν, του να εκδίδεται το πρώτο
σου βιβλίο, είναι μοναδικό.
Εννοείται ότι είχα πολλές αμφιβολίες και ανέβαλα για αρκετό καιρό την
αποστολή του σε εκδοτικούς οίκους. Μπορεί εμένα να μου άρεσε ο τρόπος που
έγραφα κι αυτά που είχα να πω, αλλά αυτό δε σήμαινε ότι θα άρεσαν και στους
άλλους. Οι δικοί μου άνθρωποι μου έλεγαν πολύ ενθουσιώδη λόγια και με
στήριξαν από την πρώτη στιγμή, ενθαρρύνοντάς με να το στείλω σε εκδοτικούς.
Τι γίνεται όμως με τους ξένους, που δεν σε γνωρίζουν και θα σε κρίνουν μονάχα
από ένα βιβλίο; Με τον καιρό, κατάλαβα ότι δεν είχε και τόση σημασία εν τέλει,
ακόμα κι αν αυτό που έγραψες δεν αρέσει σε κάποιους. Είναι η αλήθεια σου,
είναι αυτό που κρύβεις μέσα στην καρδούλα σου κι αυτό αρκεί. Οπότε αυτό
ακριβώς συμβουλεύω όποιον θέλει να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο και διστάζει.
Μόλις αισθανθεί σίγουρος για τον εαυτό του και έτοιμος, να το τολμήσει και να
μην πτοηθεί ούτε στιγμή από τις απορρίψεις που σίγουρα θα βρει μπροστά του.
Αρκεί να πιστέψει στο έργο του μόνο ένας εκδοτικός οίκος κι έτσι να ξεκινήσει
το ταξίδι που πάντα ονειρευόταν.

Ποιος πιστεύετε ότι πρέπει να είναι ο κύριος στόχος κατά τη συγγραφή
ενός βιβλίου;

Όταν κάποιος γράφει ένα βιβλίο, κατά την ταπεινή μου άποψη, γράφει την
αλήθεια του, όποια κι αν είναι αυτή. Αποδίδει με λέξεις ό,τι έχει στο μυαλό και
την ψυχή του, δίνοντάς του ζωή μέσω των ηρώων. Ασχέτως αν η ιστορία είναι
ευχάριστη ή δυσάρεστη, στενάχωρη ή ελπιδοφόρα, το σίγουρο είναι πως
αντιπροσωπεύει τη θέαση του κόσμου εκ μέρους του συγγραφέα. Το βασικότερο,
κατ’ εμέ, είναι να καταφέρεις να αγγίξεις τον αναγνώστη, όσο περισσότερο
μπορείς. Να μπει στη θέση των ηρώων, να συναισθανθεί το άχθος και τον
ενθουσιασμό τους, σαν να είναι δικοί του άνθρωποι. Αν καταφέρεις κάτι τέτοιο,
θεωρώ ότι μπορείς να λέγεσαι επιτυχημένος συγγραφέας. Κι εγώ, άλλωστε, ως
αναγνώστης, συνταράσσομαι πολύ περισσότερο από βιβλία, των οποίων τους
ήρωες νιώθω σαν φίλους μου, σαν να μην είναι μονάχα αποκυήματα της
φαντασίας κάποιου, αλλά άνθρωποι με σάρκα και οστά, και μάλιστα κοντινοί
μου.

8) Εσείς διαβάζετε; Γιατί πιστεύετε πως πρέπει να διαβάζουμε βιβλία;

Διαβάζω όσο περισσότερο μπορώ. Δυστυχώς, ο ελεύθερος χρόνος όλων
μας είναι φρικτά περιορισμένος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αυτό έχει ως συνέπεια
να μην έχουμε τη δυνατότητα να ασχολούμαστε όσο θα θέλαμε με οτιδήποτε
γεμίζει την ψυχή μας. Για μένα προσωπικά, το να διαβάζω βιβλία είναι ζωτικό,
περισσότερο απ’ το να γράφω. Μου άρεσε πολύ μια φράση που άκουσα πριν
χρόνια, που έλεγε ότι «αυτός που δεν διαβάζει βιβλία, ζει μονάχα μια ζωή. Αυτός
που διαβάζει, ζει χίλιες». Αποδίδει με έναν τόσο υπέροχο τρόπο την τεράστια
σημασία της ανάγνωσης. Κατ’ εμέ, είναι ό,τι πιο όμορφο το να μπορείς να
πλάσεις χιλιάδες εικόνες στο μυαλό σου, καθώς διαβάζεις ένα βιβλίο, να
παρασύρεσαι και να βγαίνεις εκτός τόπου και χρόνου, ξεχνώντας τα πάντα γύρω
σου. Κι ο κινηματογράφος, για παράδειγμα, το καταφέρνει αυτό, αλλά με το
βιβλίο κανείς δεν σου υπαγορεύει ποια μορφή θα έχει αυτό που θα φανταστείς. Ο
καθένας πλάθει τις δικές τους εικόνες με τη δική του φαντασία, πράγμα
μοναδικό. Και φυσικά, διαβάζοντας ακονίζουμε το μυαλό μας, την ενσυναίσθησή
μας και τόσα άλλα, που έχουμε απεγνωσμένα ανάγκη, ειδικά στη σημερινή εποχή
που κατακλυζόμαστε ολοένα περισσότερο από εικόνες και πληροφορίες
ασταμάτητα.

Μιλήστε μας για εσάς και τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια.

Είμαι δικηγόρος και ζω στην Κομοτηνή, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα.
Τα βιβλία κι η μουσική είναι τα μέσα διαφυγής μου από τη ρουτίνα της
καθημερινότητας και το άγχος της δουλειάς. Γενικά, πιστεύω πως κάθε είδους
καλλιτεχνική έκφραση είναι αυτή που μας βοηθά να έρθουμε σε επαφή με το
παιδί μέσα μας, αυτό που εξακολουθεί να διψά για κάθε είδους έκφραση της
ψυχής. Η οικογένεια και οι φίλοι είναι ό,τι πιο πολύτιμο για μένα και θέλω να
ελπίζω πως τους στηρίζω όσο κι εκείνοι εμένα. Θα ήθελα να δω όσο περισσότερα
μπορώ από τον κόσμο και να κατανοήσω όσο καλύτερα γίνεται αυτά τα
μυστηριώδη πλάσματα που λέγονται άνθρωποι. Γι’ αυτό και με γοητεύει πολύ η
ψυχολογία. Ένα από τα μεγαλύτερα όνειρά μου είναι να καταφέρω να εκδώσω κι
άλλα βιβλία, όσα μπορέσω, όποτε κι αν γίνει αυτό.
Εδώ και δύο μήνες γράφω ένα καινούριο βιβλίο, μια μελλοντική δυστοπία.
Έχει να κάνει με τη ζωή σε μια κατεστραμμένη Γη, στην οποία τα ηνία έχουν
λάβει απολυταρχικά καθεστώτα σε παγκόσμια κλίμακα και η ιστορία ξεκινά να
εκτυλίσσεται το 2094. Μέχρι στιγμής, φαίνεται να προχωρά καλά, οπότε είμαι
συγκρατημένα αισιόδοξος, ως προς το πώς θα καταλήξει. Ευελπιστώ να φτάσει
στα χέρια των αναγνωστών και να τύχει καλής αποδοχής, όταν με το καλό
εκδοθεί.

Πού και πώς μπορούμε να βρούμε εσάς και το βιβλίο σας;

Εμένα μπορείτε να με βρείτε σε Facebook και Instagram (στα προφίλ
Grigoris Nakos και @grigoris_nakos αντίστοιχα). Το βιβλίο μου μπορείτε να το
προμηθευτείτε από την ιστοσελίδα των εκδόσεων «Πνοή», καθώς και από όλα τα
ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, υπάρχει στον Ιανό, την Πολιτεία, την Πρωτοπορία σε
Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Όσον αφορά την Κομοτηνή, πωλείται στο Δημοκρίτειο
βιβλιοχαρτοπωλείο, το Book Stop και αρκετά άλλα. Μπορείτε επίσης σε όποιο
μέρος της Ελλάδας και αν βρίσκεστε να το παραγγείλετε στο βιβλιοπωλείο της
γειτονιάς σας.
Σας ευχαριστώ θερμά και πάλι!





Φύγε μακριά
Γρηγόρης Νάκος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΗ


Ο Χανς είναι ένας αξιοσέβαστος Σουηδός μεγαλοεπιχειρηματίας, εξέχον μέλος της τοπικής κοινωνίας της Στοκχόλμης, που κρύβει καλά ένα ένοχο μυστικό. Η σύζυγός του, η Γκρέτα, πέρα από τα δικά της λάθη, πληρώνει κι αυτά του Χανς.

Τρεις γενιές της ίδιας οικογένειας σημαδεύονται από τον πιο φρικτό και αιματηρό πόλεμο της Ιστορίας. Ο γιος του Χανς, ο Άντολφ, πασχίζει ν’ αφήσει πίσω του το παρελθόν. Με το πέρασμα των δεκαετιών, τίποτα δεν λύνεται και τίποτα δεν βελτιώνεται. Υπάρχει ελπίδα για αλλαγή ή η κάθε γενιά είναι καταδικασμένη να επαναλάβει τα λάθη της προηγούμενης; Ακόμα κι αν φύγεις μακριά, μπορείς να ξεφύγεις από τη βαριά κληρονομιά των προγόνων σου;

Ένα μυθιστόρημα για τη ζωή, τον θάνατο, την αγάπη και την ελπίδα για το αύριο, παρά το ζοφερό σκοτάδι που πολλές φορές φαντάζει αδιαπέραστο.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλιά σας!

Adbox

@templatesyard