Ένα βιβλίο γεμάτο συναίσθημα, χιούμορ και ανατροπές, που μιλάει για τις μικρές και μεγάλες στιγμές της ζωής. Ας τον γνωρίσουμε καλύτερα μέσα από τα δικά του λόγια!
Τι σας ενέπνευσε να γράψετε το Ρε Μπαγάσα; Υπάρχει κάποια αληθινή
ιστορία που σας έδωσε το έναυσμα;
Καταρχάς, σας ευχαριστώ πολύ για την φιλοξενία, η χαρά είναι και δική
μου! Τώρα, όσον αφορά το βιβλίο αυτό, το ‘’Ρε Μπαγάσα’’, η ιστορία
είναι εν μέρει αυτοβιογραφική. Είμαι ακόμα ερασιτέχνης συγγραφέας και
προσπαθώ να γράφω για πράγματα που ξέρω, με τον τρόπο που τα
ξέρω. Έτσι, έπλασα έναν κόσμο οικείο, τον δόμησα με μερικά στοιχεία
που θα μπορούσαν να υπάρχουν ή να έχουν συμβεί, και έχωσα μέσα
αναμνήσεις, αμφιβολίες, ανησυχίες, βιώματα και όλα τα σχετικά. Θα
έλεγα, λοιπόν, πως έναυσμα ήταν ο ίδιος μου ο εαυτός και μετά το τι
συμβαίνει γύρω μου και μέσα μου. Ήθελα να δείξω και αυτή την άλλη
πλευρά, ενός ανθρώπου που, ενώ φαινομενικά ‘’ζει τα καλύτερα του
χρόνια’’, το μυαλό του δεν τον αφήνει να ησυχάσει, οι δαίμονες τον
κυνηγάνε και προσπαθεί συνέχεια για κάτι. Να υπάρχει ένα έργο εκεί
έξω για όλους εκείνους τους ανθρώπους που νιώθουν πως δεν
ανήκουν, που νιώθουν πως είναι μόνοι, μα στην πραγματικότητα δεν
είναι.
Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου σας είναι ένας ''μπαγάσας΄΄ με την καλή
έννοια; Πώς θα τον περιγράφατε με λίγες λέξεις;
Ο πρωταγωνιστής μας, ο Λούτσι, βρίσκεται στην μετεφηβική ηλικία, δεν
πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. Ο χαρακτήρας του μας περιγράφεται ήδη
από την αρχή του βιβλίου και ακολουθούμε την πορεία του μέσα από τα
μάτια ενός τρίτου προσώπου, ουσιαστικά, χωρίς αυτό να τον υποτιμάει,
το αντίθετο. Είναι καλό παιδί, είναι τίμιος, προσπαθεί να βοηθάει με τον
τρόπο του όπου μπορεί. Ωστόσο, νιώθει πως κουβαλάει το βάρος όλου
του κόσμου στις πλάτες του. Έχει όνειρα και φιλοδοξίες, έχει μια οπτική
για την πραγματικότητα η οποία δεν συνάδει με όσα έρχεται
αντιμέτωπος. Θέλει πολλά, αλλά μονάχα τα ανθρώπινα. Νοιάζεται σε
μεγάλο βαθμό. Είναι ανήσυχο πνεύμα. Είναι ένα παιδί που δεν ήταν
έτοιμο για τον κόσμο των μεγάλων. Τα υπόλοιπα, στο βιβλίο.
Πόσο καιρό σάς πήρε να ολοκληρώσετε το βιβλίο; Υπήρχαν σημεία που
σας δυσκόλεψαν ιδιαίτερα;
Για αρχή, θα τολμήσω να πω ότι το βιβλίο αυτό μου πήρε πολλά χρόνια,
από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα να γράφω. Αυτό που εννοώ – και
αυτό που πιστεύω- είναι πως κάθε τι που γράφει ένας συγγραφέας είναι
προετοιμασία για κάτι επόμενο. Επί του θέματος, δεν θυμάμαι ακριβώς,
για να πω την αλήθεια. Νομίζω κάπου στον ένα με ενάμιση χρόνο, μέχρι
να το στείλω στον εκδοτικό οίκο. Τώρα, σημεία που με δυσκόλεψαν
ιδιαίτερα; Χμμμμ…Πάντα με δυσκολεύουν τα γραπτά μου, ακόμα και
αυτά που βγαίνουν κάπως αβίαστα, αλλά με καλό τρόπο. Θα ήθελα να
είμαι σαν τον Stephen King, που κάθεται και γράφει κάθε μέρα οκτώ με
δέκα καθαρές σελίδες, αλλά, δυστυχώς, δεν είμαστε όλοι έτσι. Μπορεί
να υπήρχαν μέρες που να μην ερχόταν η έμπνευση, ενώ άλλες μέρες,
να έγραφα ασταμάτητα, θυσιάζοντας ύπνο ή ελεύθερο χρόνο. Το πιο
δύσκολο κομμάτι είναι, όμως, αφού ολοκληρώσω το γραπτό και αφού
το αφήσω για λίγο καιρό και το ξαναπιάσω με πιο καθαρό μυαλό. Να δω
τυχόν γραμματικά, συντακτικά, ορθογραφικά λάθη. Και μετά το ίδιο το
κείμενο- δένουν τα κεφάλαια; Εδώ βγάζει νόημα ό,τι έγραψα; Εκεί
μήπως θα μπορούσα να το διορθώσω; Είναι ίσως η αγαπημένη μου
στιγμή, αυτή της διόρθωσης. Γιατί μπορεί να ανακαλύψω κάτι που δεν
μου είχε έρθει όσο το έγραφα. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, π.χ., οι διάλογοι
εσκεμμένα δεν έχουν σημεία στίξης, για να υποδηλώσουν το πιο άμεσο
της αφήγησης- όποιος το διαβάσει, πιστεύω θα καταλάβει. Και αυτό το
σκέφτηκα ενώ το κείμενο ήταν ήδη στο στάδιο της διόρθωσης από τον
εκδοτικό και χαίρομαι που συμφώνησαν να το αφήσουμε έτσι. Κάθε τι
που με δυσκολεύει στο γράψιμο, το καλωσορίζω. Γιατί μου δείχνει κάτι
διαφορετικό, κάθε φορά. Και αυτή είναι η μαγεία.
Ποια συναισθήματα ή σκέψεις ελπίζετε να γεννήσετε στον αναγνώστη μέσα
από την ιστορία;
Όταν έγραφα το βιβλίο, δεν ήλπιζα σε κάτι συγκεκριμένο. Θέλησα να
πω απλά μια ιστορία, από την δική μου οπτική γωνία. Γιατί κάτι που
εμένα μπορεί να μου φανεί αστείο, σε κάποιον μπορεί να φανεί ηλίθιο.
Ή κάτι που εμένα μπορεί να μου φανεί λυπητερό, σε κάποιον μπορεί να
φανεί ανούσιο. Αυτό που θέλω είναι ο κάθε αναγνώστης ή η κάθε
αναγνώστρια να βγάλούν τα δικά τους συμπεράσματα. Αν ήλπιζα να
γεννήσω κάτι συγκεκτιμένο, θα έγραφα κάτι άλλο. Σίγουρα δεν είναι το
πιο ευχάριστο και ελαφρύ βιβλίο. Ο καθένας, η καθεμία, ας το κρίνουν
όπως νομίζουν καλύτερα και ας νιώσουν ό,τι θα τους βγει. Το μόνο που
ελπίζω είναι οι αναγνώστες να καταλάβουν πως αυτό το βιβλίο έχει
ψυχή μέσα του, έχει ένα κομμάτι δικό μου, έχει έναν παλμό. Μονάχα
αυτό.
Αν το ΄΄Ρε Μπαγάσα΄΄ ήταν τραγούδι, ποιο θα ήταν και γιατί;
Για ευνόητους λόγους, το ομότιτλο τραγούδι του Νικόλα Άσιμου, όπως
αναφέρω και μέσα στο βιβλίο.
Η συνεργασία σας με τις Εκδόσεις Ελκυστής πώς προέκυψε; Πόσο
σημαντικό είναι για έναν συγγραφέα να βρίσκει το σωστό εκδοτικό ''σπίτι'';
Η συνεργασία μας προέκυψε τελείως τυχαία, το κοντινό ή μακρινό,
αναλόγως την οπτική, 2022. Στα μέσα του 2021 είχα εκδώσει το πρώτο
μου βιβλίο, με τίτλο ‘’Είναι αυτά τα τελευταία ποιήματα που γράφω για
σήμερα’’ με τις εκδόσεις Πηγή. Έπειτα, έχοντας ολοκληρώσει, λίγους
μήνες μετά την κυκλοφορίας της ποιητικής αυτής συλλογής, το δεύτερο
μεγάλο σε έκταση έργο μου, με τίτλο ‘’Οι πυγολαμπίδες θα λάμπουν στο
σκοτάδι (για πάντα…)’’ θέλησα, για δικούς μου λόγους, να βρω έναν νέο
εκδοτικό οίκο. Ξεκίνησα να το στέλνω εδώ και εκεί, αλλά λάμβανα
απορρίψεις. Τυχαία, ανακάλυψα τον εκδοτικό οίκο Ελκυστή, ο οποίος
μάλιστα βρίσκεται στην Θεσσαλονίκη, όπου ζω τα τελευταία χρόνια και
εργάζομαι. Είδα πως έδιναν φωνή σε νέους συγγραφείς και αποφάσισα
να το στείλω. Έλαβα θετική απάντηση και έτσι προχωρήσαμε. Και μετά
ήρθε το τρίτο σε σειρά βιβλίο, το ‘’Ρε Μπαγάσα’’.
Πιστεύω πολύ στο να βρίσκει κάποιος συγγραφέας το σωστό εκδοτικό
σπίτι, όπως το είπατε, γιατί όσο είσαι μέσα στον χώρο αυτόν, τον, ας
πούμε, λογοτεχνικό, καταλαβαίνεις τι παίζεται, τι κρύβεται από πίσω.
Μάλιστα, εδώ και μερικά χρόνια εργάζομαι σε βιβλιοπωλείο και έχω
παρατηρήσει ως ένα βαθμό το τι συμβαίνει. Είναι δυστυχώς ένας χώρος
που, αν είσαι πιο οραματιστής, πιο ονειροπόλος, ίσως να σε
απογοητεύσει πέρα για πέρα. Έχω ακούσει και έχω ακούσει, έχω δει και
έχω δει… Οι εκδόσεις Ελκυστή δεν με είδαν απλά σαν έναν ακόμα
άνθρωπο που θα του εκδώσουν το βιβλίο και μετά θα το ξεχάσουν. Είναι
αυτή η αίσθηση ότι με αντιμετωπίζουν σαν άνθρωπο και προσπαθούν
πάντα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ακούσανε το τι είχα να πω για τα
βιβλία μου και με κατευθύναν αναλόγως. Γιατί στις μέρες μας, ειδικά, το
να εκδώσεις ένα βιβλίο είναι το πιο εύκολο, γι’ αυτό τα ράφια στα
βιβλιοπωλεία ξεχυλίζουν από βιβλία που δεν έχουν να πουν και κάτι.
Όσο ‘’μικρός’’ και αν είμαι στον χώρο αυτό, η συμβουλή που μπορώ να
δώσω σε κάποιον που προσπαθεί να μπει είναι να το σκεφτεί πρώτα
καλά, γιατί εμπιστεύεται κάτι για το οποίο ξόδεψε χρόνο και ενέργεια σε
κάποιον άλλον. Να ψάξει, να ρωτήσει, να δει. Φυσικά, δεν είναι για
όλους το ίδιο. Ο καθένας κάνει τις επιλογές του και μαθαίνει στην
πορεία.
Πότε ξεκινήσατε να γράφετε; Ήταν πάντα ένα όνειρο για εσάς ή ήρθε
κάπως τυχαία στη ζωή σας;
Από μικρό παιδί μου άρεσε να διαβάζω. Τα πάντα, ό,τι έπεφτε στο χέρι
μου. Δεν έγραφα, όμως. Δηλαδή, σαν τους συγγραφείς που λένε ότι
γράφαν ποιήματα με τις παιδικές τους τροφές και διηγήματα με
κηρομπογιές ή κάτι τέτοιο. Η συγγραφή, με τον τρόπο που ασχολούμαι
τώρα, μπήκε στην ζωή μου σαν ανάγκη, κάπου στο 2017. Είχα πάρα
πολλά στο κεφάλι μου, κόντευε να εκραγεί. Ήμουν πολύ κλειστός
άνθρωπος, τα κρατούσα όλα μέσα μου και είχα πολύ φαντασία. Έτσι,
έψαχνα τρόπο να εκφραστώ. Με τα πολλά και τα λίγα, ξεκίνησα να
γράφω μικρά κείμενα, τα οποία σιγά- σιγά τα εξέλισσα. Και κάποια
στιγμή, είδα πως αυτό μπορούσε να βγάλει κάπου και από τότε δεν
σταμάτησα. Το ένιωθα – και ακόμα το νιώθω- σαν την τροφή, σαν την
ανάσα, σαν το νερό. Για λίγο αμφιταλαντεύτηκα με το αν έχει νόημα ή
όχι να προσπαθήσω, μιας και όλα έχουν ειπωθεί, αλλά αποφάσισα να
συνεχίσω, γιατί πίστεψα -και ακόμα πιστεύω- πως δεν έχουν ειπωθεί με
τον δικό μου τρόπο. Σε όλο αυτό το ταξίδι, η συμβολή του φίλου μου και
συγγραφέα Δημήτρη Ψαλλίδα ήταν άκρως κομβική. Είτε στα πεζά είτε
στα ποίηματα, που αργότερα ξεκίνησα να γράφω. Του έστελνα τα πάντα
και ήταν εκεί για να με στηρίζει, μέχρι να βγάλω τα δικά μου φτερά. Και
ακόμα το κάνει και του χρωστάω πολλά. Η συγγραφή δεν ήταν όνειρό
μου, αλλά έγινε. Και προσπαθώ να της φέρομαι με τον σεβασμό που της
αξίζει. Και είμαι τυχερός που έχω φίλους και οικογένεια που με
στηρίζουν σε αυτό.
Ετοιμάζετε κάποιο νέο συγγραφικό εγχείρημα που θα θέλατε να μας
αποκαλύψετε;
Γενικά, γράφω πολλά και διάφορα. Υπάρχουν σχέδια κατά νού, μα όχι
κάτι απτό. Δεν μου αρέσει να λέω πράγματα, πριν να είμαι σίγουρος
πως όντως θα συμβούν. Όποιος ενδιαφέρεται, μπορεί να με
ακολουθήσει στα social μου ή να παρακολουθεί τις νέες εκδόσεις και αν
με πετύχει εκεί, να μου ρίξει μια ματιά.
Σας ευχαριστούμε θερμά για τον χρόνο και την κουβέντα σας. Ευχόμαστε το
''Ρε Μπαγάσα΄΄ να ταξιδέψει σε πολλές καρδιές και να συναντηθούμε ξανά σε νέα όμορφα αναγνώσματα!
Πείτε μας που σας βρίσκουμε στα social media και που βρίσκουμε το βιβλίο
σας.
Και εγώ σας ευχαριστώ, με την σειρά μου, για τον χρόνο και την
κουβέντα μας! Στα social μπορείτε να με βρείτε στο Facebook
(Θεόδωρος Ορφανίδης), στο Instagram (@ogtheta) και στο Tiktok
(ogtheta). Διατηρώ επίσης και ένα blog, στο οποίο ανεβάζω διάφορα
κείμενα μου (https://mynewsecre1.blogspot.com/). Το βιβλίο μου
μπορείτε να το βρείτε στο βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία, στο βιβλιοπωλείο
Ianos, στο site των εκδόσεων, σε ενημερωμένα βιβλιοπωλεία και site,
καθώς και από εμένα τον ίδιο. Ονομάζομαι Θεόδωρος Ορφανίδης και
υπογράφω τα κείμενα μού ως Θεόδωρος Ορφανίδης (Ο.Γ.Θ.). Αγοράστε
τα βιβλία μου, για να κοιμάμαι ήσυχος τα βράδια.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Ρε μπαγάσα
ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΛΚΥΣΤΗΣ
Την ημέρα των εικοστών δεύτερων γενεθλίων του ο Λούτσι, φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, φεύγει ήρεμος για το αιώνιο ταξίδι του. Αρκετά χρόνια αργότερα ένας φίλος του, ο ανώνυμος κ. Κύριος, αποφασίζει να τον επισκεφτεί για πρώτη φορά από τότε, προσπαθώντας έτσι να θυμηθεί, αλλά και να καταλάβει πάλι.
Γιατί αυτός έχει μεγαλώσει πια. Ο Λούτσι, όμως, ζει σαν αερικό, που θα κατοικεί για πάντα στις καρδιές των αγαπημένων του προσώπων. Ένα αερικό που πάλεψε με τους δαίμονές του, αλλά δεν κατάφερε να τους νικήσει. Που δεν ήθελε να νιώθει άλλο μόνο και αναζητούσε, απλά, λίγη γαλήνη. Που ήθελε μονάχα να ζήσει με τους δικούς του όρους.
Ο Λούτσι δεν τα κατάφερε. Όσοι και όσες, όμως, διαβάζουμε αυτές τις γραμμές, όσοι και όσες διαβάζουμε την ιστορία του, τα έχουμε καταφέρει και συνεχίζουμε να τα καταφέρνουμε. Να τι κάναμε.
Δεν το λες και λίγο.
…Όχι, όχι άλλο, σας παρακαλώ, καλοί μου άνθρωποι, θέλω να ζήσω, ελάτε να παίξουμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλιά σας!