Καλημέρα σας, σήμερα στο BEAUTY DAYS WITH A BOOK φιλοξενούμε το συγγραφέα
κ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΨΑΘΟΠΟΥΛΟ για το βιβλίο του ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΛΕΞΕΙΣ από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ
Κε ΔΗΜΗΤΡΗ ΨΑΘΟΠΟΥΛΕ Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με την υπόθεση Πολκ και
να τη μετατρέψετε σε μυθιστόρημα;
Με δελέασε η ιδέα να ασχοληθώ με μια σκοτεινή γωνιά της ιστορίας, μια υπόθεση
που παραμένει στο ημίφως. Δεν είναι μόνο ότι δεν ξέρουμε όλη την αλήθεια· είναι και
το ότι μοιάζουμε να μην τη αναζητάμε πια. Το περιστατικό έχει όλα τα στοιχεία που
με συναρπάζουν στο νουάρ: ένα πτώμα στη θάλασσα, ψέματα από όλες τις πλευρές,
ένας αθώος που πληρώνει για κάτι που δεν έκανε. Και πίσω απ’ όλα, μια χώρα που
βουίζει από σιωπές.
Το αρχικό μου κίνητρο, πάντως, ήταν πιο πρακτικό: ο διαγωνισμός του ΚΘΒΕ για
θεατρικό έργο με θέμα τον Πολκ. Ξεκίνησα να ψάχνω για το έργο, έκανα την πρώτη
μου απόπειρα στο θεατρικό κείμενο - το οποία βραβεύτηκε - και στο τέλος με τα
πολλά προέκυψε ένα μυθιστόρημα. Κάπως έτσι με παγιδεύουν οι ιστορίες: παριστάνω
ότι τις κρατάω σε απόσταση και ξαφνικά με έχουν καταπιεί.
Πώς προσεγγίσατε την ισορροπία μεταξύ ιστορικής ακρίβειας και μυθοπλασίας στο
έργο σας;
Ήθελα το ιστορικό γεγονός και η μυθοπλασία να προχωρούν χέρι-χέρι, χωρίς να
αλληλοαναιρούνται. Προσπάθησα να μείνω όσο πιο πιστός γίνεται στα ντοκουμέντα:
οι τροχιές των ηρώων, οι συνομιλίες τους, οι πολιτικές ζυμώσεις — όλα βασίζονται σε
μαρτυρίες και αρχειακό υλικό που έχει διασωθεί.
Η μυθοπλασία έρχεται να γεμίσει τα κενά: παρασκηνιακά στιγμιότυπα, σιωπές,
βλέμματα, σκέψεις που δεν καταγράφτηκαν αλλά είναι πιθανό να υπήρξαν. Στο πίσω
μέρος του μυαλού μου είχα πάντα την εικόνα ενός μελλοντικού ιστορικού που
διαβάζει το βιβλίο κι αν αποφάσιζε να ξαναγράψει την Ιστορία με βάση τις Άγνωστες
λέξεις, να έχει ελάχιστα να αλλάξει.
Ποιες πηγές ή μαρτυρίες σας βοήθησαν στην ανασύσταση της εποχής και των
γεγονότων;
Δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι διάβασα ξανά και ξανά όλα όσα έχουν γραφτεί για
την υπόθεση Πολκ. Από δημοσιογραφικές αναλύσεις μέχρι ακαδημαϊκές μελέτες και
προσωπικές μαρτυρίες. Μελέτησα τα γεγονότα, αλλά κυρίως προσπάθησα να
καταλάβω την ατμόσφαιρα της εποχής — τις ισορροπίες, τις υπόγειες τάσεις, τα
πράγματα που λέγονταν και κυρίως εκείνα που δεν λέγονταν.
Το ζητούμενο για μένα δεν ήταν μόνο η ανασύσταση των γεγονότων, αλλά και το
πώς τα βίωναν οι άνθρωποι που τα ζούσαν — πώς σιωπούσαν, πώς φοβούνταν, πώς
συμβιβάζονταν. Προσπάθησα να ακούσω τι λεγόταν πίσω από τις κλειστές πόρτες και
τι εννοούσαν όσοι μιλούσαν ψιθυριστά.
Ο Νίκος Μουσχουντής παρουσιάζεται ως ένας αστυνομικός με εσωτερικές
συγκρούσεις. Πώς τον διαμορφώσατε ως χαρακτήρα;
Ήταν μεγάλο στοίχημα να επιλέξω για κεντρικό ήρωα τον διοικητή της Ασφάλειας —
μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, φορτωμένη με βαρύ ιστορικό φορτίο. Ο
συγγραφέας οφείλει να αγαπάει τους ήρωές του, ακόμη κι όταν δυσκολεύεται. Κι εδώ
η δυσκολία ήταν μεγάλη: πώς να αγαπήσεις έναν άνθρωπο που συνέλαβε, βασάνισε
και οδήγησε έναν αθώο στη φυλακή, πιθανότατα γνωρίζοντας πως είναι αθώος;
Δεν ήθελα να τον παρουσιάσω ως ένα ακόμη θύμα του κλασικού διλήμματος
«καθήκον ή συνείδηση» — αυτό έχει γραφτεί, ξαναγραφτεί και εξαντληθεί. Ο
Μουσχουντής δεν είναι διχασμένος. Δεν αμφισβητεί ούτε τον εαυτό του, ούτε τον
ρόλο του. Προχωρά ακλόνητος μέχρι το τέλος, σαν δήμιος που κουβαλάει τις
αμαρτίες μιας ολόκληρης εποχής — όχι με φανατισμό, αλλά με συνείδηση της ηθικής
του πτώσης.
Αν ο αναγνώστης καταφέρει να τον συμπαθήσει, έστω και λίγο, τότε ίσως να έχουμε
κερδίσει ένα λογοτεχνικό στοίχημα.
Ο Γρηγόρης Στακτόπουλος, ο αριστερός δημοσιογράφος που συλλαμβάνεται,
βασίζεται σε πραγματικό πρόσωπο;
Φυσικά. Ο Γρηγόρης Στακτόπουλος ήταν υπαρκτό πρόσωπο και έχει γράψει μάλιστα
ένα βιβλίο για την εμπειρία του, το οποίο με βοήθησε πολύ. Στις διάφορες ιστορικές
καταγραφές, εμφανίζεται σχεδόν πάντα σαν ο αμνός επί σφαγή — ο εύκολος στόχος
που έπρεπε να φορτωθεί την υπόθεση για να κλείσει γρήγορα.
Εκεί παρενέβησα λίγο περισσότερο. Χωρίς να παραβιάσω τα ιστορικά όρια,
προσπάθησα να τον κάνω πιο σύνθετο, πιο απρόβλεπτο. Να του δώσω μια φωνή που
δεν ακούστηκε όσο έπρεπε και κάποιες πλευρές που ίσως ξαφνιάσουν τον
αναγνώστη.
Πώς αποτυπώνεται στο βιβλίο η ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης του 1948, με τις
πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις της εποχής;
Η Θεσσαλονίκη του 1948 ήταν ένα καζάνι που έβραζε. Ο εμφύλιος μαινόταν λίγα
χιλιόμετρα μακριά, οι αντάρτες την είχαν βομβαρδίσει από το Δερβένι, ενώ η
Βαλκανική Επιτροπή του ΟΗΕ συνεδρίαζε στο ξενοδοχείο Μεντιτερανέ. Ξένοι
πράκτορες, διπλωμάτες, στρατιωτικοί ακόλουθοι, λαθρέμποροι και μαυραγορίτες
έδεναν και λύνανε συμμαχίες κάτω από το τραπέζι.
Η πόλη ήταν το επίκεντρο πολιτικών ζυμώσεων, και η δολοφονία του Πολκ δεν ήταν
παρά μια πρόβα τζενεράλε του Ψυχρού Πολέμου. Για μένα, η ανακάλυψη της
γεωγραφίας της και των πολλαπλών, συχνά αντιφατικών δυνάμεων που δρούσαν
εκεί, ήταν συναρπαστική.
Μια γωνιά της Ευρώπης που μύριζε μπαρούτι, φόβο και μπαχαρικά — μια
ατμόσφαιρα γεμάτη ένταση, μυστήριο και αντιθέσεις.
Ποια είναι η σημασία του τίτλου «Άγνωστες λέξεις» και πώς συνδέεται με την
υπόθεση Πολκ;
Άγνωστες λέξεις είναι εκείνες που δεν τολμήσαμε ποτέ να αρθρώσουμε — οι λέξεις
που απειλούν να ξεγυμνώσουν τις βεβαιότητες, να ανατρέψουν την εικόνα που
έχουμε για τον εαυτό μας, να διαβρώσουν τους ρόλους στους οποίους έχουμε
ταυτιστεί. Είναι αυτά που κρατάμε θαμμένα, όχι γιατί δεν τα γνωρίζουμε, αλλά γιατί
δεν αντέχουμε να τα παραδεχτούμε.
Στην αφήγηση, ο αναγνώστης θα βρεθεί μπροστά σε μια εποχή όπου αυτές οι λέξεις
δεν είναι απλώς αποσιωπημένες — είναι ενεργά καταπιεσμένες. Η Ιστορία της
δολοφονίας του Πολκ, όπως εκτυλίσσεται στο βιβλίο, δεν είναι ένα σκηνικό. Είναι ένα
δυναμικό, εύθραυστο περιβάλλον όπου η σιωπή γίνεται πολιτική πράξη και η μνήμη
διαρκές πεδίο μάχης.
Αν το βιβλίο είχε έναν κρυφό άξονα, αυτός θα ήταν η εσωτερική σύγκρουση: η
δυσκολία —και η αναγκαιότητα— να πούμε τις άγνωστες λέξεις, όχι για να σώσουμε
τον κόσμο, αλλά για να ξανακερδίσουμε την ακεραιότητά μας.
Ποιο μήνυμα ή προβληματισμό θα θέλατε να αποκομίσει ο αναγνώστης από το
βιβλίο;
Αν υπάρχει ένα νήμα που θα ήθελα να τραβήξει ο αναγνώστης, είναι αυτό της
αμφιβολίας. Όχι με την έννοια της ανασφάλειας, αλλά ως εσωτερική παρότρυνση να
ξανακοιτάξει όσα θεωρεί δεδομένα.
Το βιβλίο δεν έρχεται να δώσει απαντήσεις — κι ούτε θα ήθελα. Έρχεται να θέσει
ερωτήματα για το τι θυμόμαστε και τι επιλέγουμε να ξεχάσουμε· για το ποια αλήθεια
υπηρετούμε, από ποια αλήθεια φυγαδεύουμε τον εαυτό μας.
Αν, τελειώνοντας, μείνει κάτι σαν ένα μικρό σφίξιμο στο στομάχι — μια αδιόρατη
ενόχληση ή ένα καινούργιο βλέμμα απέναντι σε μια παλιά πεποίθηση — τότε ίσως να
έχει μπει ένα λιθαράκι.
Πιστεύετε ότι η λογοτεχνία μπορεί να συμβάλει στην αναθεώρηση ή την κατανόηση
ιστορικών γεγονότων;
Η λογοτεχνία δεν είναι Ιστορία — ούτε φιλοδοξεί να γίνει. Δεν καταγράφει, δεν
αποφαίνεται, δεν αποδίδει δίκαιο. Αλλά έχει μια μοναδική ικανότητα: να εστιάζει στον
άνθρωπο πίσω από το γεγονός, πίσω από τον τίτλο της εφημερίδας ή την
υποσημείωση στο σχολικό βιβλίο. Να δίνει φωνή σε όσους δεν μίλησαν ποτέ. Κι έτσι,
όχι να αναθεωρεί την Ιστορία, αλλά να μας καλεί να την ξανακοιτάξουμε — λιγότερο
σίγουροι, ίσως λίγο πιο έτοιμοι να καταλάβουμε.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια για επόμενο βιβλίο;
Έχω μερικές ιδέες που με τριγυρίζουν — άλλες περισσότερο υπόγειες, άλλες πιο
κραυγαλέες. Δεν τις έχω αφήσει ακόμα να πάρουν σχήμα, κι ούτε βιάζομαι. Ξέρω
πως, αν αξίζουν, θα επιμείνουν.
Αυτό που με απασχολεί περισσότερο από την ίδια την υπόθεση του επόμενου
βιβλίου, είναι το πώς θα το γράψω. Νιώθω την ανάγκη να εξερευνήσω το ύφος μου,
να ανακαλύψω νέα εκφραστικά μονοπάτια, πιο γυμνά, πιο αληθινά. Θα ήθελα να
καταφέρω να κοιτάξω βαθιά μέσα μου, χωρίς προσχήματα, με όσο μεγαλύτερη
ειλικρίνεια μπορώ.
Κι αυτό που ελπίζω, αν το πετύχω, είναι ότι ό,τι βγάλω στο φως ίσως καταφέρει να
συγκινήσει κι άλλους. Γιατί τελικά, ακόμα και η πιο μοναχική γραφή, κάτι ψιθυρίζει
προς τα έξω.
Τελειώνοντας με τις ερωτήσεις θα ήθελα να ευχαριστήσω για ακόμη μια φορά και θα
ήθελα να μας πείτε πού και πως μπορούμε να βρούμε εσάς και το βιβλίο σας.
Το βιβλίο μου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος και μπορείτε να το βρείτε σε όλα
τα βιβλιοπωλεία, φυσικά και ηλεκτρονικά. Το email μου είναι odyseas35@gmail.com.
ΑΓΝΩΣΤΕΣ ΛΕΞΕΙΣ
Συγγραφέας: ΨΑΘΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Έτος έκδοσης: 2025
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ
Μάιος 1948. Το αεροπλάνο προσγειώνεται στον αεροδιάδρομο, που λαμποκοπάει από τη βροχή. Ο Αμερικανός ρεπόρτερ πατάει το πόδι του στη Θεσσαλονίκη με δύο φωτογραφικές μηχανές στη βαλίτσα του, με διάσπαρτα στο κορμί του τα σημάδια από τον πόλεμο και μια τρελή φιλοδοξία στην καρδιά. Η συνέντευξη με τον αρχηγό των ανταρτών, Μάρκο Βαφειάδη, στο αρχηγείο του στο βουνό θα απογειώσει τη δημοσιογραφική του καριέρα. Αρκεί να βρει κάποιον να τον οδηγήσει εκεί.
Δέκα μέρες αργότερα το πτώμα του θα ανασυρθεί από τα νερά του Θερμαϊκού με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Σε μια πόλη όπου διπλωμάτες, στρατιωτικοί, κατάσκοποι και λαθρέμποροι βυσσοδομούν και ανταγωνίζονται για προνόμια και εξουσία, ο διοικητής της Γενικής Ασφάλειας, Νίκος Μουσχουντής, έχει λάβει σαφείς εντολές από την ανώτατη διοίκηση: Οι ένοχοι - κομμουνιστές ασφαλώς - είναι απαραίτητο να συλληφθούν το ταχύτερο και να καταδικαστούν. Οι σύμμαχοι Αμερικανοί δεν θα επιτρέψουν προχειρότητες και καθυστερήσεις.
Ύστερα από τρεις μήνες άκαρπων ερευνών, και ενώ οι πιέσεις είναι πλέον ασφυκτικές, ένας αριστερός δημοσιογράφος, ο Γρηγόρης Στακτόπουλος, συλλαμβάνεται. Είναι ο ιδανικός ύποπτος προκειμένου να κλείσει η υπόθεση με τρόπο αποδεκτό. Η ομολογία του είναι ζήτημα χρόνου, κανείς δεν αντέχει για πολύ την ανάκριση στα μπουντρούμια της Ασφάλειας. Ο Μουσχουντής όμως δεν θα ησυχάσει αν δεν ανακαλύψει τον πραγματικό δολοφόνο.
Βασισμένο στην υπόθεση Πολκ, το μυθιστόρημα Άγνωστες λέξεις δεν έχει την πρόθεση να θέσει ξανά τα ίδια ερωτήματα και - πολύ περισσότερο - να βρει τις απαντήσεις που κανείς μέχρι σήμερα δεν αποτόλμησε να δώσει. Εξετάζει ένα ενδεχόμενο∙ μια σταγόνα στον ωκεανό των πιθανοτήτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλιά σας!